σκληρωτίνη

σκληρωτίνη
η, Ν
(βιοχ.) φαιά ή μαύρη βιολογική χρωστική που σχηματίζεται από μια ενζυμοκαταλυόμενη πρωτεϊνική επεξεργασία και απαντά στο επιδερμίδιο και στις θήκες τών αβγών τών εντόμων, στο σωματικό κέλυφος ορισμένων καρκινοειδών και στις σκληρές τρίχες τών χερσόβιων και θαλάσσιων σκωλήκων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. sclerotin < σκληρότητα + κατάλ. -ίνη τής χημ. ορολογίας].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”